Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ ΒΟΡΡΑ ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΕΡΗΜΙΤΕΣ

Γεροντικό Ρουμάνων Πατέρων


ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΠΑΛΑΝ

alt1) Είπε ο γέροντας σ΄ έναν νέο δόκιμο που μόλις είχε λάβει δώρο ένα κομποσκοίνι από έναν άλλον πατέρα. »Αυτό το κομποσκοίνι θα σου ζητήσει πολύ κόπο¨
2) Οι αρχάριοι στην προσευχή να λένε όσο πιο συχνά το ¨Πάτερ ημών ή τον Ν’ ψαλμό ή κάποια άλλη προσευχή χωρίς να επιμένουν στην αρχή τόσο στην ευχή του Ιησού αλλά προσπαθώντας ν΄ αποκτήσουν κατάσταση εγρήγορσης στην παρουσία του Θεού.
3) Καλύτερα να είσαι στον κόσμο με τον πόθο να γίνεις μοναχός, παρά να είσαι στο μοναστήρι με το μυαλό στα εγκόσμια.

Ό Πρωτοσύγκελος Βικέντιος Μαλάου από το Μοναστήρι του Σέκου (1887-1945) RΟΥΜΑΝΙΚΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ




Α) Ή ζωή του

Αυτός ό μεγάλος Πνευματικός πού διέλαμψε σαν άστρο στο μοναστήρι μας, γεννήθηκε το έτος 1887 στο χωριό Στανίτσα της επαρχίας Νεάμτς.
Όταν ήταν 7 ετών —το 1894— οί γονείς του εισήλθαν στην μοναχική ζωή, μαζί με τα τρία παιδιά τους. Ό πατέρας και ό γιος Βασίλειος πήγαν στο μοναστήρι του Σέκου, ενώ ή μητέρα με τα δύο κορίτσια της μετέβησαν στο μοναστήρι Βαράτεκ. Το έτος 1895 ό πατέρας με τον γιο του αναχώρησαν για το Άγιο Όρος. Εκεί, στην σχολή του Ορθοδόξου μοναχισμού, έζησαν με σκληρή άσκηση 11 χρόνια, συναγωνιζόμενοι πνευματικά τους αγιότερους αθωνίτες μοναχούς.
Το έτος 1906 επέστρεψαν για το μοναστήρι του Σέκου, ενώ το 1912 πήραν και οί δύο την απόφαση να δώσουν τίς μοναχικές υποσχέσεις. Ό πατέρας παίρνει το όνομα Δομετιανός, ενώ ό γιος το όνομα Βικέντιος. Ομοίως και ή μητέρα εκάρη μοναχή με το όνομα Μιχαηλίτσα, ενώ ή μεγαλύτερη κόρη της πήρε το όνομα Ευπραξία. Το έτος 1915 ό μοναχός Βικέντιος χειροτονήθηκε ιερεύς και έγινε Εκκλησιάρχης και Πνευματικός του μοναστηρίου του Σέκου. Στα χρόνια 1916-1918 απεστάλη ως υγειονομικός ιερεύς στο νοσοκομείο πού ήταν για τραυματίες. Αργότερα (1927-1928) έγινε στάρετς στο μοναστήρι της μετανοίας του. Κατά τα χρόνια 1928-1940 υπηρέτησε ως λειτουργός Ιερεύς στο μοναστήρι Άγαπία κι έγινε ό περιφημότερος Πνευματικός της Μολδαβίας.
Το έτος 1940 μετατέθηκε ως ιεραποστολικός ιερεύς στο μοναστήρι Βασιόβα περιοχής Μπάνατ, όπου συνέχιζε την ίδια αποστολική δραστηριότητα μέχρι το καλοκαιρι του έτους 1945, οπότε εξεδήμησε προς Κύριον, συνοδευόμενος από δάκρυα πολλών ανθρώπων. Τον Φεβρουάριο του 1953 τα λείψανα του ανακομίσθηκαν και τοποθετήθηκαν σε μνήμα στο μοναστήρι του Σέκου, όπου διατηρούνται μέχρι σήμερα.


Β) Έργα και λόγοι διδασκαλίας


1) Μια ημέρα ό πατέρας του πατρός Βικέντιου είπε στην γυναίκα του:
Φεύγω για το μοναστήρι να κλάψω τίς αμαρτίες μου, διότι δεν έχω κάνει τίποτε για την ψυχή μου. Καλά, εμένα δεν με λυπάσαι; Είπε ή γυναίκα του. Μ' αφήνεις μόνη με τρία παιδιά; Χωρίς αμφιβολία έχω και εγώ ψυχή. Τότε πάμε και οι δύο. Εγώ παίρνω μαζί μου το παιδί και εσύ τα κορίτσια. Από εκείνη την ήμερα έφυγαν όλοι μαζί για να υπηρετήσουν τον Χριστό, κι έγιναν τόσο οι γονείς όσο και τα παιδιά σπουδαίοι μοναχοί.


2) Όταν ήταν στο Αγιον Όρος, ρώτησε ό πατήρ Βικέντιος τον Πνευματικό του:
—Πες μου, πάτερ, τι να κάνω για να σωθώ;
—Αυτό να κάνης, παιδί μου, εάν επιθυμείς να σωθείς: Να προσεύχεσαι συνεχώς με δάκρυα, προφέροντας την ευχή του Ίησοΰ, να τρώγεις μια φορά την ήμερα, να άγρυπνης πάντοτε και να κάνης ημέρα και νύκτα μετάνοιες προσκυνητές. Κάθε τι πού κάνεις, να είναι με εντολή και ευλογία. Την Θεία Λειτουργία και τίς επτά καθημερινές ακολουθίες να μη τίς αφήνεις ουδέποτε, ενώ από τίς σωματικές αμαρτίες, από τίς ψυχικές και από την φιλοχρηματία να απέχεις μέχρι θανάτου.


3) Έλεγε πάλι ό Πνευματικός στον μαθητή του:
—Να ξέρης, παιδί μου, ότι δεν θα παραμείνεις πολύ καιρό στο Αγιον Όρος. Σύντομα θα επιστρέψεις με τον πατέρα σου στην Ρουμανία. Εκεί θα γίνεις μοναχός, θα λαβής το χάρισμα της ιεροσύνης και θα οδήγησης πολλούς στην οδό της σωτηρίας.
Δεν πέρασε πολύς καιρός και πραγματοποιήθηκε ή προφητεία αυτού του Πνευματικού, διότι ό πατήρ Βικέντιος επανήλθε στην Χώρα και αξιώθηκε να γίνη μεγάλος ιατρός των ψυχών


4) Έλεγε γι' αυτόν ό μαθητής του ό Πρωτοσύγκελος Ευθύμιος Τανάσε:
—Το καλοκαιρι του 1917 τραυματίσθηκα βαρεία στο μέτωπο. Στο νοσοκομείο ένας Ιερομόναχος φρόντιζε τους ασθενείς. Ήταν ό ιερομόναχος Βικέντιος Μαλάου. Δεν τον γνώριζα. Προ της εξετάσεως εξομολογήθηκα σ' αυτόν και του είπα δακρυσμένος:
—Οσιότατε πάτερ, θα γλιτώσω την ζωή μου μετά άπ' αυτή την εγχειρίσει;
—Άκουσε με, αδελφέ Ιωάννη, μου είπε, να έχεις πίστη στο Θεό και θα γίνεις καλά και σύντομα θα πάς στο μοναστήρι του Σέκου και εκεί θα γίνεις μοναχός και ιερεύς.
Αυτή ή προφητεία του πατρός Βικέντιου εκπληρώθηκε το φθινόπωρο του έτους 1918.

Όσιος Παϊσιος ο Μέγας Μεγάλος στάρετς του μοναστηρίου Νεάμτς (1722-1794) ΡΟΥΜΑΝΙΚΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ




Ό όσιος Παΐσιος από το Νεάμτς ήταν ένας από τους μεγαλύτερους στάρετς πού γνώρισε ποτέ ο Ρουμανικός μοναχισμός.


Κατά πασά πιθανότητα ήταν στην καταγωγή Μολδαβός, ίσως να καταγόταν από το γένος των Καντεμίρ. Λόγω των συχνών επιθέσεων των Οθωμανών και Τατάρων, οί προγονοί του μετοίκησαν και εγκατεστάθησαν στην πόλη Πολτάβα της Μικρορωσίας. ο όσιος στάρετς Παΐσιος γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1722 στην Πολτάβα από γονείς ευλαβείς. ο πατήρ του ήταν ιερεύς στον καθεδρικό ναό της Πολταβας. Σ' αυτό το σπίτι υπήρχε ή ευλογία του Θεού. ο Πέτρος (αυτό ήταν το κατά κόσμον όνομα του στάρετς) ήταν το ενδέκατο παιδί από τα δώδεκα αδέλφια. Ορφάνεψε μικρός από πατέρα και δόθηκε από την μητέρα του για να σπουδάσει στην Ακαδημία Μοβιλεάνα του Κιέβου το 1735. Μετά από τέσσερα χρόνια σπουδών, ή ψυχή του δεν εύρισκε ανάπαυση σ' αυτά. Αισθανόταν το κάλεσμα για την μοναχική πολιτεία. Το φθινόπωρο του έτους 1739, όταν ήταν μόλις 17 ετών, αναχώρησε αναζητώντας ένα μοναστήρι και έναν καλό Πνευματικό πού θα ήταν τόσο αναγκαιος για την ψυχή του. Επί επτά χρόνια περιπλανιόταν στις περισσότερες σκήτες και μοναστήρια, μεταξύ των οποίων και στην λαύρα Πετσέρσκα. Στο μοναστήρι Μεντβεντέσκι έγινε ρασοφόρος με το όνομα Πλάτων. Μα επειδή δε ν βρήκε ανάπαυση και πνευματική ησυχία στα μοναστήρια της Ουκρανίας, παρακινήθηκε από το Άγιο Πνεύμα και πέρασε στην Μολδαβία το 1745. Εδώ αγωνίζονταν πολλοί μοναχοί από την Μικρορωσία. ο Πλάτων εγκαταστάθηκε στην σκήτη Τρεστιένι. Ύστερα επήγε στην σκήτη Κίρνουλ, κοντά στον ποταμό Μπουζάου, όπου ευρισκόταν τότε εκεί και ο ερημίτης Ονούφριος. Το καλοκαίρι του 1746 αναχώρησε για τον Άθωνα και έζησε λίγο καιρό στην έρημο, κοντά στην Μονή του Παντοκράτορας. Το 1750 ο στάρετς Βασίλειος έκειρε μοναχό τον ερημίτη Πλάτωνα, δίνοντας του το όνομα Παΐσιος. Άπ' αυτό το έτος ο ταπεινός Παΐσιος άρχισε να δέχεται μαθητάς στην σκήτη του αγίου Προφήτου Ήλιου (Ρωσική), όπου και διέμενε. Έλαβε κατόπιν την ιεροσύνη και έζησε στο Άγιο Όρος συνολικά 17 χρόνια. Το καλοκαίρι του 1763 ήλθε στην Μολδαβία με τους μαθητάς του και κατοίκησε στο μοναστήρι Ντραγκομίρνα. Εδώ έμεινε 12 χρόνια —μέχρι τίς 14 Οκτωβρίου 1775— αφού δημιούργησε μιαν αδελφότητα από 350 μοναχούς. Το φθινόπωρο του 1775 ήλθε στο μοναστήρι του Σέκου, συνοδευόμενος από 200 μαθητάς. Πάλι το καλοκαίρι του 1779 μετώκησε για τελευταία φορά στην μεγάλη Λαύρα της Μολδαβίας, στο μοναστήρι Νεάμτς.


Στο μοναστήρι Νεάμτς ο όσιος πέρασε τα τελευταία 15 χρόνια, πού ήταν τα πλέον καρποφόρα πνευματικά άπ' όλη την ζωή του. Εδώ κατάρτισε ικανό αριθμό από μεταφραστές των έργων των αγίων Πατέρων, οργάνωσε την αδελφότητα κατά το αγιορείτικο τυπικό, δημιούργησε μια μεγάλη σε αριθμό συνοδεία, ή οποία πλησίαζε τους χίλιους μοναχούς, δίδαξε πολλούς μαθητάς του στην εξάσκηση της νοεράς προσευχής και είχε πνευματικές σχέσεις με πολλά μοναστήρια, στάρετς, Πνευματικούς, ερημίτες, επισκόπους και άρχοντας. στις 15 Νοεμβρίου 1794 ο μεγάλος στάρετς του μοναστηρίου Νεάμτς, ο επονομασθείς μέγας Βελιτσικόβσκυ, εξεδήμησε προς την μακαριά ανάπαυση, σε ηλικία 72 ετών. Ενταφιάσθηκε δίπλα στην εκκλησία, όπως φαίνεται μέχρι σημέρα.


Β) Έργα και λόγοι διδασκαλίας

Ό όσιος Αρχιμανδρίτης Γεώργιος μεγάλος ηγούμενος του μοναστηρίου Τσερνίκα (1806)ΡΟΥΜΑΝΙΚΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ



Α) Ή ζωή του
Ό όσιος ηγούμενος Γεώργιος γεννήθηκε στα μέρη του Φαγκάρας τίς πρώτες δεκαετίες του 18ου αιώνος. Επιθυμώντας να υπηρέτηση τον Χριστό από την νεότητα του, βρήκε για καταφύγιο της ψυχής του τα μοναστήρια της Τρανσυλβανίας. Άλλα μη μπορώντας να υπομείνει τίς θρησκευτικές διώξεις, κατά τίς οποίες αναγκάζονταν οί άνθρωποι να γίνουν ουνίτες, ό νεαρός Γεώργιος ήλθε στα Καρπάθια στην Ρουμανική Χώρα.


Στον δρόμο προς το Όρος του Άθωνος, έγινε προσωρινός μαθητής ενός Έλληνος αρχιερέως, ό οποίος κατοικούσε στο Βουκουρέστι. Αφού έγινε ρασοφόρος και διάκονος, αναχώρησαν μαζί με τον αρχιερέα γέροντα του για την Κωνσταντινούπολη και το Άγιο Όρος κατά τα μέσα του 18ου αιώνος. Όταν απέθανε εκεί ό γέροντας του, ό ιεροδιάκονος Γεώργιος έγινε μαθητής του στάρετς Παϊσίου στην σκήτη του Προφήτου Ήλιου στον Άθωνα. Το έτος 1752 ό όσιος Παΐσιος τον έκειρε μοναχό, ενώ το 1754 τον χειροτόνησε ιερέα για το κοινόβιο του. Σ' αυτή την σκήτη ασκήτευσε ό μεγαλόσχημος ιερομόναχος Γεώργιος δέκα χρόνια. Το έτος 1763 επέστρεψε στην Μολδαβία, στο μοναστήρι Ντραγκομίρνα μαζί με τους 64 μαθητάς του στάρετς Παϊσίου.


Στην Ντραγκομίρνα ό όσιος Γεώργιος πέρασε 12 χρόνια ακόμη σαν ιερεύς, Πνευματικός και οικονόμος σε 350 μοναχούς και αδελφούς. Κατόπιν μετώκησε στο μοναστήρι του Σέκου κατά το 1775 με 200 μοναχούς. Εδώ έζησε μόνο δύο χρόνια κοντά στον όσιο Παΐσιο και κατόπιν ήλθε πάλι στην σκήτη του Προφήτου Ήλιου στον Άθωνα.


Την άνοιξη του έτους 1781 ήλθε στην Μολδαβία να ίδή τον ηγούμενο και τους αδελφούς του μοναστηρίου Νεάμτς. Πριν ακόμη προλάβει να επιστρέψη, εξελέγη από τον μητροπολίτη Γρηγόριο της Ούγγροβλαχίας ηγούμενος της σκήτης της Τσερνίκας, ή οποία ήταν εγκαταλελειμμένη για πολλά χρόνια. Σε τέσσερα χρόνια διοργάνωσε καλά την σκήτη και προσείλκυσε γύρω του 54 αδελφούς. Κατόπιν, επειδή αρρώστησε, άφησε ως παρακαταθήκη την γραπτή διαθήκη του στους μαθητάς του για το πώς θα ζήσουν στο μέλλον στο μοναστήρι Τσερνίκας. Ή διαθήκη αυτή έχει μεγάλη πνευματική σπουδαιότητα. Το ίδιο έτος ό στάρετς Γεώργιος έγινε πάλι υγιής και έζησε ακόμη 22 χρόνια. Επειδή αυξήθηκαν οι αδελφοί γύρω του, ό μητροπολίτης Γρηγόριος του έδωσε υπό την ποιμαντική του φροντίδα το έτος 1793 και το μοναστήρι Καλνταρουσάνι. Ως ηγούμενος αυτών των δύο μοναστηριών, ό όσιος Γεώργιος μοίρασε την συνοδεία του σε δύο μέρη, τοποθετώντας σε κάθε μοναστήρι και από ένα ικανό οικονόμο. Επέβαλε στην εκκλησία την καθημερινή εκκλησιαστική ακολουθία, την συχνή εξομολόγηση, την υπακοή και την κοινοβιακή τράπεζα, κατά την παράδοση του Άθωνος και συμφώνα με την γραπτή διαθήκη του.


Στις 3 Δεκεμβρίου 1806 ό μεγάλος στάρετς Γεώργιος εξεδήμησε για την αιώνια ανάπαυση, αφήνοντας μεγάλο αριθμό μαθητών και στα δύο μοναστήρια του. Λόγω της σοφίας του, με την οποία διηύθυνε και διοικούσε επί 25 χρόνια τα δύο μεγάλα κοινοβιακά μοναστήρια με 200 περίπου μαθητάς, ό ηγούμενος Γεώργιος θεωρείται μεγάλος πνευματικός πατήρ και αναστηλωτής του Ρουμανικού μοναχισμού. Και για την όσιακή ζωή του κατατάχθηκε στην χορεία των οσίων ρουμάνων


Β) Έργα και λόγια διδασκαλίας


1) Τον καιρό πού έμενε στην Ρουμανική Χώρα παρά την θέληση του κοντά στον μητροπολίτη Γρηγόριο, ό όσιος Γεώργιος είχε μεγάλη στενοχώρια. Νήστευσε λοιπόν μερικές ημέρες και παρακάλεσε την Θεοτόκο και τον άγιο ιεράρχη Νικόλαο να τον συμβουλεύσουν τι πρέπει να κάνη. Κατόπιν αποκοιμήθηκε λίγο λόγω κοπώσεως και
του φάνηκε πώς είδε τον άγιο Νικόλαο και τον διέταξε τα εξής: Μείνε εδώ να καθαρίσεις τον οίκο μου από τα εξαγριωμένα θηρία. Αφού σηκώθηκε γεμάτος χαρά, ξεκίνησε προς αναζήτηση του Οίκου του αγίου ιεράρχου Νικολάου. Και πράγματι βρήκε την εκκλησία του στο νησί της Τσερνίκας έρημη, γεμάτη φίδια. Από εκείνη την ώρα παρέμεινε στην σκήτη της Τσερνίκας με τους δύο μαθητάς του, Αθανάσιο και Σεραφείμ, πού προέρχονταν από το μοναστήρι Νεάμτς.


2) Έλεγαν οι μαθηταί του οσίου Γεωργίου ότι όταν έφθασαν στο νησί και αναπαύθηκαν στην εκκλησία, είδαν στο Άγιο Βήμα ένα πελώριο φίδι. Τότε Ο ηγούμενος το σφράγισε με το σημείο του σταυρού και του είπε με ήρεμη φωνή:
—Αγαπητό μου, μέχρι τώρα κατοικούσες εσύ εδώ. Τώρα, φύγε από τον τόπο αυτόν, να κατοικήσουμε εμείς.
Το φίδι υπάκουσε στην εντολή του στάρετς. Βγήκε αμέσως έξω από την εκκλησία και από το νησί και εξαφανίσθηκε στα γειτονικά δάση.

Ο μητροπολίτης Βενιαμίν, από την μητρόπολη ΜΟΛΔΑΒΙΑΣ και Σουτσεάβας (1768-1846)ΡΟΥΜΑΝΙΚΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ




Α) Ή ζωή του
Ό μεγάλος μητροπολίτης Βενιαμίν Κωστάκε ήταν ένας από τους μεγαλύτερους ιεράρχες της Ορθόδοξου Ρουμανικής Εκκλησίας. Αυτός ποίμανε την επαρχία Μολδαβίας με τα σπάνια χαρίσματα του επί μισό αιώνα. Πολύ μορφωμένος, θαρραλέος ιεράρχης, ακαταπόνητος μεταφραστής των βιβλίων, κτίτωρ εκκλησιών και σχολείων, πνευματικός πατήρ της Μολδαβίας, εκλεκτός λειτουργός της Εκκλησίας του Χριστού, διδάσκαλος, έμπειρος χειραγωγός των ψυχών και αφοσιωμένος μοναχός.


Ό μητροπολίτης Βενιαμίν γεννήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1768 στο χωριό Ροσιέστ περιοχής Φαλτσίου από καλό γένος και πιστούς γονείς, τον Γρηγόριο Κωστάκε και την Μαρία Κατακουζηνού. Από τα πέντε παιδιά των τα τέσσερα ήταν αφιερωμένα στον μοναχικό βίο. Απ' αυτά ό Ματθαίος ήταν μεγάλος νηστευτής. Ό δεύτερος αδελφός, ό Κωνσταντίνος, έγινε μοναχός με το όνομα Καισάριος. Ό τρίτος αδελφός, ό Βασίλειος, έγινε ονομαστός μητροπολίτης της Μολδαβίας. Το τέταρτο παιδί, ή μεγαλόσχημη μοναχή Ελισάβετ, χρημάτισε ηγουμένη του μοναστηρίου Αγαπία επί 32 χρόνια. Ό τελευταίος αδελφός, ό Σερμπανος, ήταν σύμβουλος του μητροπολίτου Βενιαμίν και εκάρη μοναχός με το όνομα Σωφρόνιος.


Από μικρός ό νεαρός Βασίλειος δόθηκε από τους γονείς του να σπουδάσει στο γενικής μορφώσεως σχολείο του μοναστηρίου των Τριών Ιεραρχών του Ιασίου. Σε ηλικία 15 ετών προσελήφθη από τον επίσκοπο Ιακώβ Σταμάτη ως υποτακτικός στην Επισκοπή του Χους. Μετά από ένα χρόνο εκάρη μοναχός με το όνομα Βενιαμίν. Το έτος 1788 χειροτονήθηκε διάκονος και υπηρετούσε στον καθεδρικό ναό του Ιασίου. Ύστερα ακόμη από ένα χρόνο έγινε Ιερεύς και ονομάστηκε μέγας εκκλησιάρχης. Ήταν τότε μόνο 20 ετών. Το ίδιο έτος 1789 εξελέγη ηγούμενος στο μοναστήρι του αγίου Σπυρίδωνος του Ιασίου.


Το έτος 1793 ό αρχιμανδρίτης Βενιαμίν εξελέγη και χειροτονήθηκε επίσκοπος στο Χους από τον Πνευματικό του, τον πατέρα Ιακώβ Σταμάτη. Ήταν μόνο 24 ετών όταν έλαβε τον βαθμό του αρχιερέως και από την αρχή αναδείχθηκε πολύ συνετός και αληθινός ποιμήν του ποιμνίου του Χριστού. Τον Νοέμβριο του 1794 εστάλη ως αντιπρόσωπος του Μητροπολίτου στην κηδεία του οσίου Παϊσίου από το μοναστήρι Νεάμτς.


Την 1η Ιουνίου 1796, μετά από τέσσερα χρόνια ποιμαντορίας στο Χους, ό νεαρός επίσκοπος Βενιαμίν μετετέθη στην Επισκοπή Ρομάν, την οποίαν ποίμανε επί επτά χρόνια. Εδώ ίδρυσε ένα νοσοκομείο, ένα φαρμακείο και πλήρωνε από τα χρήματα της Επισκοπής ένα γιατρό για τους ασθενείς του νοσοκομείου. Ταυτόχρονα δημιούργησε μια αξιοζήλευτη πνευματικότητα στην τάξη του ιερατείου της Εκκλησίας.


Στις 10 Μαρτίου, ό μητροπολίτης Ιακώβ Σταμάτης, ό σεβαστός του πνευματικός πατήρ, μετώκησε προς την αιωνιότητα. Μετά από λίγες ήμερες ό Βενιαμίν Κωστάκε εξελέγη Μητροπολίτης Μολδαβίας. Πολλά και δύσκολα ήταν τα προβλήματα πού ανεφύοντο μπροστά στον μεγάλο μητροπολίτη, αλλά περισσότερα και αξιομνημόνευτα ήταν τα επιτεύγματα του, τόσο στον πνευματικό και εκκλησιαστικό χώρο, όσο και στον δημόσιο, κοινωνικό και εθνικό. Το φθινόπωρο του έτους 1803 ίδρυσε το σεμινάριο στο μοναστήρι Σοκόλα, το πρώτο ιερατικό σεμινάριο στη Ρουμανία. Επίσης τότε απέστειλε δύο παιδιά ενός ιερέως, τον Πέτρο και Γεώργιο Άσάκη, να σπουδάσουν στην Ευρώπη. Διοργάνωσε πολλά μοναστήρια και σκήτες της επαρχίας, έκτισε εκ θεμελίων δέκα εκκλησίες στις πόλεις και στα χωριά, επέβαλε νέο μοναχικό κανονισμό για τα μεγάλα μοναστήρια Νεάμτς, Σέκου, Άγαπία και Βαράτεκ, χειροτόνησε στην επαρχία τους τελειοφοίτους πού ήταν για ιερείς και έδωσε εντολή το βάπτισμα να γίνεται με κατάδυση και όχι με ραντισμό, όπως γινόταν μέχρι τότε.

Ό Γέρος Γεώργιος Λαζάρ Μοναστήρι Βαράτεκ (1846-1916)ΡΟΥΜΑΝΙΚΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ









Α) Ή ζωή του
Ό πιστός λαϊκός χριστιανός Γεώργιος Λαζάρ είναι το πρότυπο του αληθινού ρουμάνου προσκυνητού. Ή ενάρετη γενικά ζωή του τον αναδεικνύει ένα μοναδικό φαινόμενο στην πνευματική ζωή της Εκκλησίας μας κατά την τελευταία αυτή εκατονταετηρίδα. Ό γέρο-Γεώργιος Λαζάρ, όπως λέγεται μέχρι σήμερα, γεννήθηκε στην κοινότητα Σουγκάγκ της επαρχίας Αλμπα το έτος 1846. Όταν ήταν 24 ετών, οι γονείς του τον νύμφευσαν και τον άφησαν κληρονόμο της περιουσίας των. Και έζησε με την γυναίκα του περίπου 20 χρόνια, αφού ευλογήθηκε από τον Θεό με πέντε παιδιά. Ζούσε αγία χριστιανική ζωή, με ευσυνειδησία στην εργασία, με προσευχή, με νηστεία και ελεημοσύνη. Ή ενασχόληση του ήταν ή απόκτηση των αρετών.


Το έτος 1884 μετέβη να προσκύνηση τον Πανάγιο Τάφο του Κυρίου και παρέμεινε στα μοναστήρια της έρημου του Ιορδανού και του Σινά επί ένα χρόνο. Ύστερα ασκήθηκε επί ενάμισι χρόνο στον Άθωνα και επέστρεψε στην πατρίδα του. Ακόμη έζησε πολλά χρόνια με την οικογένεια του και τακτοποίησε τα παιδιά του, ενώ το έτος 1890 αναχώρησε ως προσκυνητής για τα μοναστήρια της Μολδαβίας.


Αφού προσκύνησε όλους τους ιερούς Τόπους, εγκαταστάθηκε οριστικά στην πόλη Πιάτρα της περιοχής Νεάμτς. Εκεί κατοίκησε ό γέρο-Γεώργιος Λαζάρ σαν ένας αληθινός ερημίτης στο κωδωνοστάσιο του Μεγάλου Στεφάνου, πού είναι στο μέσο της πόλεως, επί 26 χρόνια δηλ. μέχρι την μακαριά κοίμηση του. Εκεί περνούσε μόνος του με νηστεία και προσευχή, αψηφώντας τίς διάφορες καιρικές συνθήκες.


Έτσι λοιπόν, δοξάζοντας με ευγνωμοσύνη τον Θεό, προεγνώρισε τον θάνατο του και τελειώθη εν ειρήνη στο κελί του, στις 15 Αυγούστου 1916, και ετάφη στο Κοιμητήρι της πόλεως. Το καλοκαιρι του 1934 τα λείψανα του τοποθετήθηκαν στο προαύλιο του μοναστηρίου Βαράτεκ.


Β) Έργα και λόγοι διδασκαλίας

ΡΟΥΜΑΝΙΚΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ Ο Άγιος Ιεράρχης Καλλίνικος, από την Τσερνίκα (1787-1868)


Α) Ή ζωή του

Ό άγιος Ιεράρχης Καλλίνικος από την Τσερνίκα γεννήθηκε στις 7 Οκτωβρίου του 1787 στο Βουκουρέστι κοντά στην εκκλησία του αγίου Βησσαρίωνος. Κατά το άγιο Βάπτισμα έλαβε το όνομα Κωνσταντίνος.

Οι γονείς του ονομάζονταν Αντώνιος και Άνθη και ήταν πολύ ευσεβείς. Ό μεγαλύτερος κα­τά την ηλικία από τα παιδιά των ήταν ιερεύς έγγαμος. Αργότερα μπήκε στη μοναχική ζωή και εκάρη μοναχός με το όνομα Ακάκιος. Ομοίως και ή μητέρα του αγίου Καλλινίκου, ή μακάρια Άνθη, αφού μεγάλωσε τα παιδιά της, αναχώρησε για το μοναστήρι Πασάρεα, όπου έλαβε το μεγάλο και Αγγελικό Σχήμα με το όνομα Φιλοθέη μεγαλόσχημη.

Ό νεαρός Κωνσταντίνος, ό μικρότερος μεταξύ των παιδιών, έ­λαβε από μικρός μία σπάνια θρησκευτική διαπαιδαγώγηση. Σπούδασε στο Βουκουρέστι, στα σχολεία πού λειτουργούσαν εκείνο τον καιρό, δίπλα στην εκκλησία. Το έτος 1807 εισήλθε στην μοναχική άσκηση στο μοναστήρι Τσερνίκα. Μπήκε στην υπακοή του οσίου στάρετς αρχιμανδρίτου Τιμοθέου. στις 12 Νοεμβρίου 1808 έλαβε το μοναχικό σχήμα με το όνομα Καλλίνικος. στις 3 Δεκεμβρίου 1808 χειροτονήθηκε Ιεροδιάκονος. στις 13 Φεβρουαρίου 1813 χειροτονήθηκε Ιερομόναχος, ενώ στις 20 Σεπτεμβρίου 1815 χειροθετήθηκε Πνευματικός από τον ίδιο Μητροπολίτη της Ρουμανικής χώρας Νεκτάρι Ανέλαβε επίσης και το διακόνημα του εκκλησιαστικού στο Μοναστήρι Τσερνίκα. Το καλοκαίρι του έτους 1812 ταξίδευσε στην Μολδαβία μαζί με τον Πνευματικό του ιερομόναχο μεγαλόσχημο Ποιμένα ως συνοδό του, ενώ το έτος 1817 μετέβη στο Άγιο Όρος. στις 14 Δεκεμβρίου 1818 ό όσιος Καλλίνικος εξελέγη ηγούμενος στο μοναστήρι Τσερνίκα. Δεν ήταν τότε παραπάνω από 31 ετών. Για την ταπεινή ζωή του και την καλή διακυβέρνηση της μονής, στις 9 Απριλίου 1820 χειροθετήθηκε αρχιμανδρίτης και διηύθυνε το μοναστήρι Τσερνίκα επί 32 χρόνια, δημιουργώντας μια εκλεκτή μοναχι­κή αδελφότητα.

στις 14 Σεπτεμβρίου 1850 εξελέγη επίσκοπος στην επαρχία Ρίμνικ του Νέου Σεβήρου, την οποίαν ποίμανε επί 17 χρόνια. στις 24 Μαΐου 1867 αποσύρθηκε από τον θρόνο για το μοναστήρι της μετα­νοίας του, ενώ στις 11 Απριλίου 1868 απεδήμησε για τους ουράνιους θαλάμους.

Ή αγιοποιήσεις του αγίου ιεράρχου Καλλινίκου έγινε στις 21 Οκτωβρίου 1955, ενώ ή πανηγυρική μνήμη του τελείται στις 11 Απριλίου.